ΕΝΑ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΠΟΥ ΣΥΝΕΧΙΖΕΙ ΝΑ ΑΝΑΣΑΙΝΕΙ ΟΤΑΝ Ο ΗΛΙΟΣ ΜΕΝΕΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ

Γράφει ο Γιώργος Τσιφρίκας

STORIESCULTURE & SCIENCE

9/4/20251 λεπτά ανάγνωσης

Ο Σεπτέμβρης δεν έρχεται για να κλείσει βίαια την πόρτα. Έρχεται σιγά, με βήματα διακριτικά, σαν χάδι που σε αγγίζει ελαφρά για να σε ξυπνήσει από ένα όνειρο που κράτησε μήνες. Το καλοκαίρι τελείωσε – κι όμως, μένει ακόμη ζωντανό μέσα μας. Δεν είναι μόνο οι μέρες που άλλαξαν, είναι η καρδιά μας που κουβαλάει ό,τι έζησε.

Στο καλοκαίρι συναντήσαμε ξανά την αγάπη. Την είδαμε στα μάτια εκείνων που αγαπάμε βαθιά, στα γέλια φίλων που γέμισαν τις νύχτες μας, στις αγκαλιές που κράτησαν τη μοναξιά μακριά. Κάθε πρόσωπο έγινε ήλιος, κάθε βλέμμα μια μικρή υπόσχεση ότι η ζωή έχει νόημα όταν μοιράζεται. Κι έτσι μάθαμε ξανά πως δεν υπάρχουμε μόνοι, υπάρχουμε μέσα από τους άλλους, και μέσα από την τρυφερότητα που γεννιέται ανάμεσά μας.

Υπήρξαν και οι έρωτες – εκείνες οι στιγμές που η καρδιά χτυπούσε σαν κύμα, που το σώμα άνοιγε σαν θάλασσα και παραδινόταν. Ο έρωτας μάς θύμισε την ομορφιά του να είμαστε ευάλωτοι, να αφεθούμε σε κάτι που μπορεί να πονέσει, μα γι’ αυτό ακριβώς είναι αληθινό. Και ίσως κάθε καλοκαίρι να έχει τον δικό του έρωτα – έναν που μας αφήνει σημάδι πιο δυνατό κι από το αλάτι στο δέρμα.

Κι όμως, ανάμεσα σε όλα αυτά, βρήκαμε και τον εαυτό μας. Στις σιωπές του δειλινού, στις βόλτες δίπλα στη θάλασσα, στις στιγμές που μείναμε μόνοι κι ακούσαμε την ψυχή μας να μιλά. Ο Σεπτέμβρης μας βρίσκει λίγο πιο συμφιλιωμένους, λίγο πιο απαλούς απέναντι στον εαυτό μας, σαν να καταλάβαμε πως η τρυφερότητα δεν είναι πολυτέλεια, αλλά ανάγκη.

Και κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, ξυπνά και η παιδικότητα. Τα παγωτά που έλιωναν στα χέρια, το γέλιο που ξέφευγε αβίαστα, η χαρά της στιγμής χωρίς σκέψη για το αύριο. Εκείνη η ανεμελιά που μάς θύμισε πως δεν χρειάζεται πάντα να είμαστε «κάποιοι»∙ αρκεί να υπάρχουμε, να ζούμε, να γελάμε.

Τώρα, καθώς το καλοκαίρι μαζεύεται σαν σεντόνι διπλωμένο προσεκτικά, ο Σεπτέμβρης μας ψιθυρίζει να κρατήσουμε όλα αυτά μέσα μας. Όχι σαν απώλεια, αλλά σαν θησαυρό. Γιατί οι άνθρωποι που μας αγάπησαν, οι έρωτες που μας άγγιξαν, τα παιδιά που κάποτε ήμασταν, όλα συνεχίζουν να ζουν μέσα μας και να μας κάνουν πιο ανθρώπινους.

Η φθαρτότητα του καλοκαιριού είναι η φθαρτότητα της ίδιας μας της ζωής. Κι όμως, μέσα σε αυτή τη φθαρτότητα γεννιέται το πιο τρυφερό μάθημα: ότι η αγάπη είναι το μόνο που αφήνει ίχνη που δεν σβήνουν. Κάθε αγκαλιά, κάθε λέξη, κάθε στιγμή που μοιραστήκαμε δεν χάνονται, γίνονται φως, γίνονται μνήμη, γίνονται κομμάτι μας.

Ο Σεπτέμβρης δεν είναι το τέλος. Είναι μια γλυκιά υπενθύμιση ότι ζήσαμε, αγαπήσαμε, συνδεθήκαμε. Ότι γίναμε για λίγο παιδιά, για λίγο εραστές, για λίγο πιο αληθινοί. Και τώρα, με τις μέρες να μικραίνουν, κουβαλάμε όλη αυτήν την τρυφερότητα μέσα μας – για να μάς συντροφεύει, για να μάς γλυκαίνει, για να μάς θυμίζει πως το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή δεν είναι οι εποχές που περνούν, αλλά οι άνθρωποι που κρατάμε μέσα μας. Γιατί στο τέλος, το μόνο που μένει είναι αυτό: η αγάπη. Κι αν τώρα συγκινούμαστε που τελείωσε, είναι γιατί καταλάβαμε κάτι πολύτιμο: πως τίποτα δεν κρατά για πάντα – κι ακριβώς γι’ αυτό γίνεται ιερό.

Γι’ αυτό, ας αφήσουμε τον Σεπτέμβρη να μας βρει όχι με νοσταλγία που πονά, αλλά με ευγνωμοσύνη. Γιατί όσα ζήσαμε, όσα μοιραστήκαμε, όσα αγαπήσαμε, δεν χάνονται. Γίνονται το πιο γλυκό φως μέσα μας, εκείνο που δεν σβήνει ποτέ. Και τότε, ίσως να ανακαλύψουμε ότι το καλοκαίρι δεν τελείωσε στ’ αλήθεια. Συνεχίζει να ανασαίνει στην καρδιά μας, κάθε φορά που αγαπάμε.

Γράφει ο Γεώργιος Τσιφρίκας

Ψυχολόγος BSc-University of Strasbourg (σε φάση ολοκλήρωσης σπουδών)

Μουσικοθεραπευτής