ELECTORAL COLLEGE & ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΛΑΙΚΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΗΣΗΣ
Γράφει ο Γεώργιος Μπάρδας
NEWS
Οι πρόσφατες προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ έφεραν για άλλη μία φορά στο προσκήνιο την αναποτελεσματικότητα του εκλογικού συστήματος του κράτους. Το σώμα των εκλεκτόρων (electoral college) αποτελεί σήμερα το μέσο με το οποίο ο λαός των Ηνωμένων Πολιτειών επιλέγει τον πρόεδρο της χώρας.
Είναι όμως πράγματι η λαϊκή βούληση εκείνη που καθορίζει ποιος θα βρεθεί σε μία από τις πιο ισχυρές θέσεις εξουσίας στον πλανήτη;
Πρέπει αρχικά να κατανοήσουμε τον τρόπο λειτουργίας του σώματος των εκλεκτόρων προκειμένου να αντιληφθούμε που έγκειται το μείζον πρόβλημα της αντιπροσώπευσης της λαϊκής ψήφου.
Σύμφωνα με το ισχύον σύστημα η κάθε πολιτεία ορίζει έναν συγκεκριμένο αριθμό εκλεκτόρων οι οποίοι αργότερα θα ψηφίσουν μεταξύ τους για τον πρόεδρο. Αυτό το νούμερο διαφέρει ανά πολιτεία εφόσον προκύπτει από τον αριθμό των πολιτικών της εκάστοτε πολιτείας στο κογκρέσο. Για παράδειγμα η Οκλαχόμα στέλνει 5 πολιτικούς στη βουλή των αντιπροσώπων και 2 στη γερουσία με αποτέλεσμα να εκπροσωπείται από 7 εκλέκτορες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη γερουσία κάθε πολιτεία εκπροσωπείται από 2 γερουσιαστές σε αντίθεση με την βουλή των αντιπροσώπων όπου η εκπροσώπηση γίνεται ανάλογα με τον πληθυσμό. Η παράταξη από την οποία θα προέρχονται οι εκλέκτορες εξαρτάται από το ποιος υποψήφιος πρόεδρος έλαβε τις περισσότερες ψήφους.
Επιστρέφοντας στην περίπτωση της Οκλαχόμα, βλέπουμε πως η συγκεκριμένη πολιτεία τάχθηκε σε αυτές τις εκλογές υπέρ των ρεπουμπλικάνων στέλνοντας έτσι 7 από αυτούς στο σώμα των εκλεκτόρων. Ωστόσο με μία πιο κοντινή ματιά εντοπίζουμε πως το 66% του πληθυσμού της πολιτείας ήταν αυτό που στήριξε τον Τραμπ και μολονότι μιλάμε για έναν πολύ μεγάλο αριθμό είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι το υπόλοιπο 34% δεν βρίσκει καμία αντιπροσώπευση ανάμεσα στους εκλέκτορες. Αυτό συμβαίνει εξαιτίας του συστήματος winner-takes-all κατά το οποίο ακόμη και αν οι ρεπουμπλικάνοι κέρδιζαν το 51% των ψήφων ο Τραμπ αυτομάτως θα έπαιρνε 7 εκλογικές ψήφους και στην ουσία οι υπόλοιπες ψήφοι θα διαγράφονταν. Εξ ου και ο λόγος που στις προεδρικές εκλογές του 2016 η Χίλαρι Κλίντον παρ΄όλο που είχε κερδίσει τη λαϊκή ψήφο έχασε τις εκλογές.
Πέρα λοιπόν από την προφανέστατη δυσαναλογία που δημιουργεί το σύστημα των εκλεκτόρων καθώς η ψήφος των μικρών πολιτειών έχει μεγαλύτερη ισχύ από αυτήν των μεγαλύτερων, ένα ακόμη ζήτημα αποτελεί η εδραίωση ενός συστήματος που προωθεί τον δικομματισμό. Αναλυτικότερα, δεν είναι λίγοι εκείνοι οι Αμερικάνοι που καταλήγουν να ψηφίζουν αναγκαστικά είτε τους ρεπουμπλικάνους είτε τους δημοκρατικούς εφόσον γνωρίζουν πως το εκλογικό σύστημα δυσχεραίνει σε ραγδαίο βαθμό την εκλογή ενός υποψήφιου κάποιου τρίτου κόμματος. Με αυτόν τον τρόπο η εκλογική διαδικασία μετατρέπεται σε έναν αγώνα που βασικός στόχος είναι η εμπόδιση εκλογής του υποψηφίου με τον οποίο διαφωνώ περισσότερο και όχι η υποστήριξη εκείνου του υποψηφίου οι πεποιθήσεις του οποίου ευθυγραμμίζονται με τις δικές μου. Απόρροια αυτής της έλλειψης επιλογών είναι η αλλοίωση του γνήσιου χαρακτήρα της συνταγματικά κατοχυρωμένης ψήφου και παράλληλα πολίτες με μετριοπαθείς πεποιθήσεις καταλήγουν στην ίδια εκλογική βάση με εξτρεμιστές από τους οποίος ελλοχεύει ο κίνδυνος να φανατιστούν.
Γιατί όμως ένα τόσο ανορθόδοξο σύστημα δεν έχει επιδεχθεί αλλαγή τόσα χρόνια;
Αν και έχουν υπάρξει προσπάθειες βελτίωσης του συστήματος, το σώμα των εκλεκτόρων βρίσκει υπέρμαχους όσους τους ευνοεί με αποτέλεσμα οι απόπειρες αυτές να μην καταλήγουν σε κάποια ουσιαστική μεταρρύθμιση. Επομένως, καθίσταται αντιληπτή η επιρροή του εκλογικού συστήματος ως προς την έκβαση των εκλογών και ακόμη πιο αντιληπτός ο λόγος για τον οποίο ένα τόσο ελαττωματικό σύστημα διατηρείται ως έχει παρά των επίμονων διαμαρτυριών για τη δυσλειτουργία του.